Τίποτα δεν είναι δώρο, όλα βασίζονται στο δάνειο.
Πνίγομαι στα χρέη ώς τ' αυτιά μου. Θα πρέπει να πληρώσω για τον εαυτό μου με τον εαυτό μου, να παραιτηθώ απ' τη ζωή μου για τη ζωή μου. Να πώς έχουν κανονίσει τη συμφωνία: μπορώ να επανακτήσω την καρδιά, το συκώτι επίσης και το κάθε μου δάχτυλο στο χέρι και στο πόδι. Πολύ αργά για να ακυρώσω τους όρους, τα χρέη μου θα ξεπληρωθούν και θα με γδύσουν απ' το δέρμα μου ή, για την ακρίβεια, θα με γδάρουν. Κυκλοφορώ στον πλανήτη μας σ' ένα συνωστισμό από άλλους χρεώστες. Μερικοί είναι σαμαρωμένοι το φορτίο της εξόφλησης για τις φτερούγες τους. Άλλοι, θέλοντας και μη, έχουν να δώσουν λογαριασμό για το κάθε φύλλο τους. Κάθε ιστός μέσα μας βρίσκεται στη στήλη της χρέωσης. Ούτε ένα πλοκάμι ή ένα βλαστάρι πρόκειται να διατηρηθεί. Η απογραφή, μ' άπειρες λεπτομέρειες, υποδηλώνει ότι θα απομείνουμε όχι μόνο μ' άδεια χέρια, αλλά ακόμα και χωρίς χέρια. Δεν μπορώ να θυμηθώ πού, πότε και γιατί επέτρεψα σε κάποιον v' ανοίξει αυτόν το λογαριασμό στ' όνομά μου. Αποκαλούμε τη διαμαρτυρία για όλα αυτά ψυχή. Και είναι το μόνο κονδύλι που απουσιάζει απ' τη λίστα. Βισουάβα Σιμπόρσκα ( Νόμπελ ποίησης 1996 ) - Μια ποιητική διαδρομή Τα κοιτάσματα του χρόνου
Τίτος Πατρίκιος vι Ακόμα και αυτά που παρασιωπούμε δε θα τα εγκαταλείψουμε όσα και να περάσουν χρόνια, τα πράγματα που δε χάθηκαν ξαναζούνε μέσα μας ανοίγουν καινούριους κύκλους μέρας μπαίνει ανεξέλεγκτος ο ήλιος δε συμβιβάζεται με τους πεθαμένους δε χαρίζεται στους ζωντανούς. Πρέπει να βρούμε ξανά το γέλιο μας να βρούμε την αποξεχασμένη πράξη μας να βρούμε τις λέξεις που τις μνημονεύουν να βρούμε τη φωνή μας γιατί η αλήθεια θέλει την πράξη μας για να υπάρξει θέλει τη λέξη μας για να μη σβηστεί θέλει τη φωνή μας για ν’ ακουστεί ως πέρα. Ο κάθε άνθρωπος έχει το δικό του χρόνο έχει το βάδισμα, έχει τη δική του στάση φυλάει καθένας σ’ ένα συρτάρι σιωπής ένα απολίθωμα απ’ το χρόνο του κάποιοι γεμίζουν ολόκληρες βιτρίνες για μια γιορτή που καθυστερεί μερικοί φτιάχνουν την προτομή τους πιστεύοντας πως θα κρατήσει. Καθένας μας κουβαλάει ένα σβόλο χώμα που τρίβεται συνεχώς , σκορπίζει σαν αμμόλιθος. Ακουμπάω το χέρι μου στη γη και νιώθω στα κατάβαθα τ’ ανεξάντλητα κοιτάσματα του χρόνου . |